ΕΙΣΑΓΩΓΗ
I
Για εκείνους που έχουν ήδη μελετήσει το βιβλίο μου (Studies in the Lankavatara Sutra)[1] δεν χρειάζονται εδώ ειδικά λόγια. Αλλά για εκείνους που δεν είναι ακόμη αρκετά εξοικειωμένοι με τις διδασκαλίες του Βουδδισμού Μαχαγιανα, μία επεξηγηματική εισαγωγή για τις κύριες θέσεις της Λάνκα μπορεί να είναι ευπρόσδεκτη. Χωρίς κάποια προεισαγωγική γνώση σχετικά με το τί προτίθεται να διδάξει η Σούτρα, θα ήταν δύσκολο να μπορέσει κανείς να κατανοήσει σε βάθος το κείμενο. Διότι εδώ παρουσιάζονται βαθυστόχαστες σκέψεις με τον πιο ασυστηματοποίητο τρόπο. Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «Σπουδές στη Λανκαβατάρα Σούτρα», η Λάνκα είναι ένα μνημόνιο που τηρήθηκε από έναν δάσκαλο της Μαχαγιανα. Μνημόνιο στο οποίο αυτός κατέγραψε πιθανόν όλες τις σημαντικές διδασκαλίες τις αποδεκτές από τους οπαδούς της Μαχαγιανα της εποχής εκείνης. Προφανώς, αυτός δεν προσπάθησε να δώσει κάποια σειρά στις διδασκαλίες και είναι πιθανόν ότι οι μετέπειτα συντάκτες (επιμελητές και διορθωτές) δεν ήταν τόσο προσεκτικοί στο να κρατήσουν πιστά την όποια αρχική σειρά, προσδίδοντας έτσι μία ακόμη μεγαλύτερη ακαταστασία στην παρουσίαση του κειμένου. Η εισαγωγή που ακολουθεί, μπορεί επίσης να χρησιμεύσει και σαν μία γενικότερη εισαγωγή στον Βουδδισμό Μαχαγιανα.
Η
ταξινόμηση των Όντων
Από την άποψη της Μαχαγιανα, τα όντα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που είναι φωτισμένοι και σε εκείνους που είναι σε άγνοια. Οι πρώτοι ονομάζονται Βούδδας, συμπεριλαμβάνοντας επίσης και τους Μποντισάττβας, τους Αρχάτς καθώς και τους Πρατυεκαβούδδας, ενώ οι δεύτεροι περιλαμβάνουν όλα τα υπόλοιπα όντα, υπό το γενικό χαρακτηρισμό των μπάλα ή μπαλα-πριθαγκζάνα —μπάλα σημαίνει «ανεξέλικτος», «παιδαριώδης» ή «αγνοών» και πριθαγκζάνα «άνθρωποι διαφορετικοί από τη φώτιση», δηλαδή, το πλήθος ή οι συνηθισμένοι άνθρωποι, οι διάνοιες των οποίων βρίσκονται προσηλωμένες στο κυνήγι των εγωικών απολαύσεων και δεν έχουν αφυπνισθεί ως προς το νόημα της ζωής. Αυτή η τάξη (των ανθρώπων) είναι επίσης γνωστή ως Σαρβασάττβα, «όλα τα όντα» ή αισθαντικά όντα. Ο Βούδδας θέλει να βοηθήσει τον αγνοούντα, εξ ου και η Βουδδική διδασκαλία και η πειθάρχηση.
Ο Βούδδας
Όλες οι Βουδδικές διδασκαλίες αναπτύσσονται γύρω από τη σύλληψη της Βουδδότητας. Όταν κατανοηθεί επαρκώς αυτή η έννοια, η Βουδδική φιλοσοφία με όλες τις επιπροσθήκες και τις πολυπλοκότητές της, θα γίνει (τελείως) διαυγής. Τί είναι ο Βούδδας;
Σύμφωνα με τον Μαχαμάτι τον Μποντισάττβα- Μαχασάττβα, ο οποίος είναι ο συνομιλητής του Βούδδα στη Λάνκα, ο Βούδδας είναι προικισμένος με υπερβατική γνώση (πράζνα) και με μία μεγάλη συμπονετική, ευσπλαχνική καρδιά (καρούνα). Με την πρώτη αντιλαμβάνεται ότι αυτός ο κόσμος των ιδιαιτεροτήτων δεν έχει πραγματικότητα, είναι στερημένος εγωικής-ουσίας (ανάτμαν) και έτσι, με αυτή την έννοια, ομοιάζει με πλάνη (μάγια) ή με την οπτασία ενός αέρινου λουλουδιού. Ετσι όπως είναι, υπεράνω της κατηγορίας του όντος και του μη- όντος, διακηρύσσεται ότι είναι αγνός (βισούντα) και απόλυτος (βιβίκτα) καθώς και ελεύθερος από (τις οποιεσδήποτε) συνθήκες (ανιμίττα). Αλλά η υπερβατική σοφία του Βούδδα δεν διαμένει πάντοτε σε αυτό το υψηλότατο πεδίο, γιατί, υποκινούμενος από μία ακατανίκητη εσωτερική δύναμη η οποία τον ωθεί να επιστρέψει σε μία περιοχή γέννησης και θανάτου, κατεβαίνει ανάμεσα μας και ζει μαζί με εμάς, που είμαστε σε άγνοια, χαμένοι μέσα στο σκοτάδι των παθών μας (κλέσα). Ούτε η Νιρβάνα είναι η έσχατη διαμονή της Βουδδότητας, ούτε η φώτιση. Η αγάπη και η συμπόνια είναι αυτά που ουσιαστικά συγκροτούν την καθεαυτού-ιδιαίτερη-φύση του Παντογνώστη (σαρβαζνά).
Ο Βούδδας ως αγάπη
Η αγάπη του Βούδδα δεν είναι κάτι εγωκεντρικό. Είναι μία θεληματική δύναμη, η οποία επιθυμεί και δρα στο βασίλειο της δίπτυχης μη-εγωικότητας, είναι υπεράνω της διττότητας του όντος και του μη-όντος, αναδύεται από μία καρδιά η οποία είναι δίχως χωριστικότητα, και εκδηλώνεται συμπεριφερόμενη χωρίς σκοπιμότητα (αναμπογκατσάρυϊα). Είναι η μεγάλη αγάπη του Ταθαγκάτα (μαχακαρούνα) για όλα τα όντα, η οποία ποτέ δεν σταματά, μέχρις ότου, το καθένα από αυτά οδηγηθεί ευτυχισμένο στο τελικό άσυλο της Νιρβάνα- γιατί, εφόσον έστω και μία ψυχή δεν έχει σωθεί, αυτός αρνείται να απολαύσει την ευδαιμονία του Σαμάντι την οποία δικαιούται χάρη στη μακρά πνευματική του πειθάρχηση. Ο Ταθαγκάτα είναι, πράγματι, εκείνος ο οποίος, όντας προικισμένος με μία καρδιά που αγκαλιάζει τα πάντα με αγάπη και συμπόνια, θεωρεί όλα τα όντα σαν να είναι το μονάκριβο παιδί του. Αν ο Ταθαγκάτα εισέλθει στη Νιρβάνα, καμμία εργασία δεν θα γίνει στον κόσμο όπου συνεχίζεται η χωριστικότης (βικάλπα) και επικρατεί η πολλαπλότης (βιτσιτράτα). Γι’ αυτόν τον λόγο, αρνείται να αφήσει αυτόν τον κόσμο της σχετικότητας· όλες του οι σκέψεις κατευθύνονται προς την αγνοούσα και υποφέρουσα μάζα των όντων, για την οποία είναι πρόθυμος να θυσιάσει την απόλαυση του της απόλυτης πραγματικότητας και της αυτοαπορρόφησης (σαμαντι-σουκαμπουτακότυϊα βινιβάρυϊα).
Δεξιοτεχνικά Μέσα
Η ουσιώδης φύση της αγάπης είναι να επινοεί, να δημιουργεί, να προσαρμόζει τον εαυτό της σε διάφορες μεταβαλλόμενες καταστάσεις, και σε αυτό η αγάπη του Βούδδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Ο Βούδδας πάντοτε επινοεί, φροντίζοντας για τη φώτιση και την απελευθέρωση όλων των αισθανόμενων όντων. Αυτό είναι τεχνικά γνωστό ως εργασία των Δεξιοτεχνικών Μέσων (ουπαγιακαουσάλγια). Ουπάγια είναι το αποτέλεσμα της Πράζνα και της Καρούνα. Όταν η Αγάπη ανησυχεί σχετικά με το πεπρωμένο του αγνοούντος, η Σοφία, κατά κάποιον τρόπο, πλέκει ένα δίκτυ Δεξιοτεχνικών Μέσων, για να τον ανασύρει από τα βάθη του ωκεανού που ονομάζεται Γέννηση-και- Θάνατος (σαμσάρα). Έτσι, με τα Ουπάγια, η εναδικότης της πραγματικότητας στην οποία διαμένει ο φωτισμένος νους του Βούδδα, μεταμορφώνει τον εαυτό της σε μία ποικιλία ιδιαιτέρων υπάρξεων.
Υπάρχει ένας πολύτιμος λίθος, γνωστός ως Μάνι, ο οποίος αυτός καθεαυτός είναι τελείως διαφανής και άχρωμος, και ακριβώς επειδή έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, αντανακλά όλες τις ποικιλίες των χρωμάτων (βιτσιτραρούπα.). Κατά τον ίδιο τρόπο γίνεται αντιληπτός ο Βούδδας από όλα τα όντα: κατά τον ίδιο τρόπο ερμηνεύεται η διδασκαλία του από όλα αυτά τα όντα- καθένας, δηλαδή, αναγνωρίζει τον Βούδδα και τη διδασκαλία του σύμφωνα με την προδιάθεσή του (ασάγια), με την κατανόησή του (τσίττα), με την προκατάληψή του (ανουσάγια), με την τάση του (αντιμούκτι)_ και σύμφωνα με την περίπτωσή του (γκάτι). Ακόμη, ο Βούδδας συμπεριφέρεται προς τα συντροφικά του όντα όπως ακριβώς ένας τέλειος γιατρός συμπεριφέρεται προς τους ασθενείς του που υποφέρουν από διάφορες μορφές νοσημάτων. Ο απώτερος σκοπός είναι να θεραπεύσει τα όντα, αλλά όπως διαφέρουν τα νοσήματα, έτσι ακριβώς διαφέρουν και τα φάρμακα και οι θεραπείες δεν μπορεί να είναι οι ίδιες. Γι’ αυτόν τον λόγο λέγεται, ότι ο Βούδδας ομιλεί τη μία γλώσσα της φώτισης, η οποία αντηχεί στα αυτιά των ακροατών του με όλους τους δυνατούς ήχους. Επομένως τα Ουπάγια μπορούν έτσι να θεωρηθούν ότι οφείλονται κατά κάποιον τρόπο στις αναρίθμητες διαφοροποιήσεις των υποκειμενικών χαρακτήρων, παρά στην εκ προθέσεως επινόηση της υπερβατικής σοφίας από την πλευρά του Βούδδα.
Ένας Βούδδας με Πολλά Ονόματα
Όλοι οι Βούδδας είναι από μία ουσία. Είναι ίδιοι όσον αφορά την εσωτερική τους φώτιση, το Νταρμακάγια τους, και είναι εφοδιασμένοι με τα τριάντα δύο μεγάλα και τα ογδόντα μικρά σημεία που σχετίζονται με την εξοχότητα. Αλλά όταν θέλουν να εκπαιδεύσουν τα διάφορα όντα σύμφωνα με τον χαρακτήρα τους, παίρνουν ποικίλες μορφές, εμφανιζόμενοι διαφορετικά στα διάφορα όντα, και έτσι υπάρχουν τόσοι πολλοί τίτλοι και ονομασίες του Βούδδα, ώστε να είναι αναρίθμητοι, πέρα από κάθε μέτρηση (ασαμκυϊέγια).
Ένα αξιοσημείωτο γεγονός σχετικά με αυτό —το ότι δηλαδή ο Βούδδας παίρνει τόσα πολλά ονόματα— είναι, το ότι δεν είναι γνωστός μόνο με τα διάφορα προσωπικά ονόματα, αλλά επίσης του προσδίδονται και ευάριθμοι αφηρημένοι (μεταφυσικοί) τίτλοι, όπως Μη-γέννηση, Κενότης, Ως-Έχει, Πραγματικότης, Νιρβάνα, Αιωνιότης, Ομοιότης, Αλήθεια, Παύση κ.λπ. Έτσι ο Βούδδας είναι τόσο προσωπικός, όσο και μεταφυσικός.
Η Λάνκα εδώ δεν παραλείπει να προσθέσει, ότι, παρόλο που ο Βούδδας είναι γνωστός με τόσα πολλά διαφορετικά ονόματα, όμως αυτός (ο ίδιος) ούτε μεγαλώνει ούτε μικραίνει (εξ αιτίας αυτού), γιατί ομοιάζει, πράγματι, σαν τον αντικατοπτρισμό της σελήνης επάνω στο νερό, που ούτε καταδύεται ούτε αναδύεται. Η παρομοίωση αυτή, γενικώς, θεωρείται σαν η καλύτερη για να περιγράψει τη σχέση της ενότητας και της πολλαπλότητας, της μίας και απόλυτης πραγματικότητας και αυτού του κόσμου των ονομάτων και των μορφών.
Τα σώματα της μεταμόρφωσης του
Βούδδα
Ενώ το δόγμα της Τρικάγια δεν έχει ακόμη πλήρως αναπτυχθεί στη Λάνκα, κάθε μέλος της τριάδας μπορεί, ωστόσο, να ανιχνευθεί μέσα σε τέτοιου είδους ιδέες-έννοιες, όπως Νταρμάτα-Βούδδας, Βιπάκα-Βούόδας και Νιρμάνα-Βούδδας. Η έννοια του σώματος της μεταμόρφωσης ακολουθείται αναπόφευκτα από την επιθυμία του Βούδδα να σώσει τους αγνοούντες, ο νους των οποίων δεν είναι αρκετά φωτισμένος ώστε να βλέπει άμεσα μέσα στην πεμπτουσία της Βουδδότητας. Καθώς (οι αγνοούντες) δεν βλέπουν καθαρά, πρέπει να επινοηθεί κάτι για να τους οδηγήσει στο σωστό δρόμο, και αυτό το κάτι πρέπει να είναι σύμφωνο με τις νοητικές τους δυνατότητες. Αν δεν γίνει έτσι, είναι βέβαιο ότι αυτοί θα περιπλανηθούν ολοένα και πιο μακριά. Αν δεν είναι ικανοί να κατανοήσουν την Μπουντάτα όπως είναι, ας πάρουν κάτι από αυτήν, για να αναπτυχθούν βαθμιαία. Η θεωρία των Ουπάγια (Δεξιοτεχνικών Μέσων), είναι επίσης και η θεωρία του Μανομαγιακάγια (σώμα της θέλησης). Ως ενσάρκωση μίας μεγάλης συμπονετικής-ευσπλαχνικής καρδιάς, ο Βούδδας οφείλει να είναι ικανός να παίρνει οποιαδήποτε μορφή θέλει, όταν βλέπει τις οδύνες των αισθανομένων όντων. Το σώμα της θέλησης είναι ένα μέρος από το σχέδιο του Βούδδα για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Βουδδισμός θεωρείται συχνά σαν πολυθεϊστικός και ταυτόχρονα πανθεϊστικός.
Ο Μποντισάττβα και οι Δέκα όρκοι
Του
Στον Βουδδισμό της Μαχαγιανα, ο Βούδδας δεν είναι ο μόνος ενεργών που απασχολείται με την εργασία για τη φώτιση ή τη σωτηρία του κόσμου. Ενώ είναι ικανός να μεταμορφώσει τον εαυτό του σε πολλές μορφές, (τόσες) όσες απαιτούνται από τα αισθανόμενα όντα, έχει επίσης και τη βοήθεια των οπαδών του ή των «γιών» του (πούτρα, συύτα, ή αουράσα), όπως ονομάζονται στις Σούτρας της Μαχαγιανα. Οι Μποντισάττβας είναι έτσι οι γιοί του Βούδδα και προσφέρονται (ενεργούντες) προς χάριν του Βουδδισμού κατά τον πιο επίπονο και επίμονο τρόπο. Στην πράξη, την πραγματική εργασία για τη σωτηρία του κόσμου, μπορούμε να ειπούμε, ότι την επωμίζονται αυτοί οι πνευματικοί στρατιώτες υπό την ηγεσία του Βούδδα. Ο Βούδδας ο ίδιος, μερικές φορές, αισθανόμαστε ότι γίνεται πολύ απόμακρος, πολύ γαλήνιος, πολύ υπεράνθρωπος, και η θέα του συχνά χάνεται ανάμεσα στους καθημερινούς εγκόσμιους αγώνες μας. Αλλά, ο Μποντισάττβα είναι πάντα μαζί μας και πάντοτε έτοιμος να γίνει ο έμπιστος (φίλος) μας, γιατί τον αισθανόμαστε ότι μοιράζεται μαζί μας τα ίδια πάθη, τις ίδιες παρορμήσεις και φιλοδοξίες που είναι τόσο πολύ συνταρακτικές, και ταυτόχρονα εξευγενίζουσες, δυνάμεις της ανθρώπινης ζωής μας.
Για να ειπούμε την αλήθεια, όλα τα αισθανόμενα όντα είναι Μποντισάττβας, πλην όμως αγνοούντα, και έτσι αυτά μπορεί να είναι έτοιμα να πλανηθούν (την κάθε στιγμή). Όλα τα όντα είναι Τζιναπούτρας, οι γιοί του Τζίνα του Νικητή, και σε αυτούς ενυπάρχει κάθε δυνατότης για την επίτευξη της φώτισης. Οι Μποντισάττβας οι οποίοι έχουν ανέβει με επιτυχία όλα τα σκαλοπάτια της κλίμακας Μπούμι, και οι οποίοι έτσι είναι ικανοί να επεκτείνουν τη βοήθεια τους προς εμάς, είναι, πράγματι, οι αδελφοί μας. Συνεπώς ο Μαχαμάτι της Λάνκα αρχίζει, γενικά, τις ερωτήσεις του με τη φράση; «Εγώ και άλλοι Μποντισάττβας κ.λπ.». Ο Μαχαμάτι είναι, πράγματι, ο εκπρόσωπος μας, εκφράζοντας έτσι τις θελήσεις και τις υψηλόφρονες επιδιώξεις μας.
Εδώ όμως δεν είναι ο (κατάλληλος) τόπος για να εξετάσουμε ιστορικά πώς εξελίχθηκε η αντίληψη (για τους Μποντισάττβας) στον Βουδδισμό, του οποίου το αρχέγονο αντικείμενο φαίνεται ότι συνίσταται από την πραγματοποίηση της κατάστασης Αρχάτ. Πλην όμως, μπορούμε να δηλώσουμε, ότι η ουσία της Μποντισαττβικότητας είναι αναμφίβολα μία σαφής επιβεβαίωση της κοινωνικής και της αλτρουιστικής φύσης του ανθρώπινου γένους. Οποιαδήποτε φώτιση κι αν αποκτήσει κανείς, πρέπει να την μοιραστεί με τα συντροφικά του όντα. Αυτή η ιδέα εκφράζεται κλασικά στη Μαχαγιανα από τους γνωστούς «Δέκα Όρκους του Σαμανταμπάντρα». Ο Μποντισάττβα είναι ένας άνθρωπος «ανεξάντλητων όρκων» (ντασανισταπάντα). Χωρίς αυτούς, δεν είναι ο εαυτός του. Να σώσει τον κόσμο, να φέρει όλα τα συντροφικά του όντα επάνω στο ίδιο επίπεδο σκέψης και αισθήματος όπου είναι και αυτός ο ίδιος, και όχι να αναπαύεται, να μην περάσει στη Νιρβάνα μέχρις ότου αυτό εκπληρωθεί. Πόσο ατελείωτα μακρύ και πόσο ανέκφραστα δύσκολο είναι αυτό το καθήκον! Αυτός είναι ο Μποντισάττβα. Ορκιζόμενος να σώσει όλα τα όντα, τα οποία τεχνικά, στην ορολογία της Μαχαγιανα, είναι γνωστά ως Πουρβαπρανιντάνα, δεν μπορεί ούτε για μία στιγμή να είναι διαχωρισμένος από τη ζωή του Μποντισάττβα.
Ο Βούδδας, όντας περιτριγυρισμένος από αυτούς τους υψηλόφρονες γιους, δεν θα αποτύχει τελικά να ελευθερώσει όλα τα όντα από τα δεσμά του κάρμα και της άγνοιας καθώς και της δίψας για ζωή. Με αυτή την προοπτική είναι πάντοτε ο εμπνευστής των Μποντισάττβας με την κυριαρχική του δύναμη (πραμπάβα) και ο υποστηρικτής τους (αντιστάνα) στις προσπάθειες τους να φέρουν τη φώτιση σε ολόκληρο τον τριπλό κόσμο.
Ο Αγνοών
Η ζωή, όπως την ζουν οι περισσότεροι από εμάς, είναι μία επώδυνη υπόθεση, γιατί πρέπει να αντέξουμε πολλά σε διάφορες περιπτώσεις. Οι επιθυμίες μας εμποδίζονται, οι ευχές μας συντρίβονται, και το χειρότερο είναι ότι δεν γνωρίζουμε πώς να βγούμε έξω από αυτή τη δίνη της απληστίας, του θυμού και της αμυαλοσύνης. Είμαστε στο απώτατο άκρο της ύπαρξης, αντίθετα με αυτό του Βούδδα. Πώς μπορούμε να υπερπηδήσουμε την άβυσσο καινά φτάσουμε στην άλλη όχθη;
Η διάγνωση της Μαχαγιανα για τις συνθήκες στις οποίες βρίσκονται τοποθετημένα όλα τα αισθανόμενα όντα, είναι ότι όλα έχουν γαλουχηθεί με την επιθυμία (τρίσνα) ως μητέρα που συνοδεύεται από την απόλαυση (νάντι) και τον θυμό (ράγκα), ενώ η άγνοια (αβίντυα) είναι ο πατέρας. Κατά συνέπειαν, για να θεραπευθούν τα όντα από αυτή την αρρώστια, πρέπει να βάλουν ένα τέλος στις συνεχείς δραστηριότητες αυτής της δυαδικής δηλητηρίασης. Όταν γίνει αυτό, υπάρχει μία κατάσταση που ονομάζεται απελευθέρωση (βιμόκσα), η οποία είναι γεμάτη από ευδαιμονία. Επομένως, η ερώτηση του Βουδδιστή είναι: «Πώς είναι δυνατή η απελευθέρωση;» Και εδώ αναδύεται το σύστημα φιλοσοφίας της Μαχαγιανα.
Η Μεταστροφή (Παραβρΐττι)
Σε αυτή τη φιλοσοφία, είναι αφιερωμένη παρακάτω μία ειδική παράγραφος. Θα ήθελα εδώ να ειπώ λίγα λόγια αναφορικά με το σοβαρό ψυχολογικό γεγονός το οποίο είναι γνωστό ως Παραβρίττι στη Λάνκα και στην άλλη φιλολογία της Μαχαγιανα. Παραβρίττι κυριολεκτικά σημαίνει «μεταβολή» ή «επιστροφή» ή «αλλαγή»· τεχνικά, είναι μία πνευματική αλλαγή ή μεταμόρφωση, η οποία γίνεται στον νου, ιδιαίτερα ξαφνικά, και την οποία στο βιβλίο μου «Σπουδές στη Λανκαβαττάρα. Σούτρα» ονόμασα «Μεταστροφή». Η οποία, κατά κάποιον τρόπο, αντιστοιχεί στη λέξη «μετατροπή», που είναι γνωστή και μεταξύ των ψυχολογικών μαθητών της θρησκείας.
Είναι σημαντικό το ότι η Μαχαγιανα ενθαρρύνει επίμονα τους οπαδούς της να βιώσουν αυτή την ψυχολογική μεταμόρφωση στην πράξη της καθημερινής ζωής τους. Μία απλή διανοητική κατανόηση της αλήθειας δεν είναι αρκετή στη ζωή ενός Βουδδιστή· η αλήθεια πρέπει να συλλαμβάνεται άμεσα, να βιώνεται προσωπικά και να διεισδύει κανείς μέσα σε αυτήν διαισθητικά- γιατί κατόπιν θα διυλισθεί μέσα στη ζωή και θα προσδιορίσει την πορεία της.
Σύμφωνα με τη Λάνκα, αυτή η Παραβρίττι λαμβάνει χώραν στην Αλαγιαβιζνάνα ή τον «Τα Πάντα Συντηρούντο Νου», ο οποίος θεωρείται ότι υπάρχει πίσω από την υποκειμενική μας εμπειρική συνείδηση. Η Αλάγια είναι μία μεταφυσική οντότης και καμμία ψυχολογική ανάλυση δεν μπορεί να την προσεγγίσει. Αυτό που εμείς συνήθως γνωρίζουμε σαν Αλάγια, είναι η εργασία της μέσω ενός σχετικού νου. Αυτήν τη φάση της Αλάγια η Μαχαγιανα την αποκαλεί μολυσμένη ή βεβηλωμένη (κλίσθα) και μας λέγει να καθαρθούμε από αυτήν προκειμένου να βιώσουμε μία Παραβρίττι για την επίτευξη της έσχατης πραγματικότητας.
Επομένως, κατά μίαν άλλην έννοια, η Παραβρίττι είναι κάθαρση (βισούντι). Στον Βουδδισμό χρησιμοποιούνται πολύ όροι επίχρισης, και γενόμενος κανείς καθαρός-αγνός, ελεύθερος από όλες τις χροιές, σημαίνει ότι η Αλάγια είναι ολοκληρωτικά καθαρισμένη από τη δυαδιστική της επισώρευση (που εξικνείται μέχρι και το ξεχείλισμα) ή (εν προκειμένω) απόρροια (ασράβα). Αυτό σημαίνει ότι ο Ταθαγκάτα πραγματοποίησε την εργασία της κάθαρσης στον νου ενός αισθανόμενου όντος, το οποίο είχε αποτύχει να διακρίνει την εναδικότητα και την ολότητα του. Αγνό ον είναι εκείνο που παραμένει στην υποκειμενικότητα του ή στην καθεαυτού-ιδιαίτερη-φύση του (σβαμπάβα). Ενώ η Παραβρίττι είναι ψυχολογική, εξακολουθεί να διατηρεί τη διανοητική της ουσία, πράγμα που συμβαίνει και με τους περισσότερους Βουδδιστικούς όρους.
Αυτοπειθάρχηση και η Ισχύς του Βούδδα
Όσο η Παραβρίττι είναι μία εμπειρία και όχι μία απλή κατανόηση, άλλο τόσο είναι έκδηλο ότι η αυτοπειθάρχηση διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στη Βουδδική ζωή. Αυτό αναφέρεται επίμονα στη Λάνκα, καθώς απεικονίζεται με τη χρήση τέτοιων φράσεων, όπως «μη βασίζεσαι σε άλλους» (απαραπρανέγια), «αγωνίσου εσύ ο ίδιος» (σιξιταβυϊάμ) κ.λπ. Αλλά, ταυτόχρονα, δεν πρέπει να λησμονούμε το γεγονός ότι η Λάνκα δίδει έμφαση, επίσης, στην αναγκαιότητα της Βουδδικής ισχύος η οποία προστίθεται στους Μποντισάττβας κατά την ανοδική πορεία της πνευματικής τους ανάπτυξης και κατά την εκπλήρωση του μεγάλου τους καθήκοντος της σωτηρίας του κόσμου. Αν αυτοί δεν υποστηρίζονταν συνεχώς από τη θαυματουργό ισχύ του Βούδδα, πολύ σύντομα θα ξέπεφταν, συντασσόμενοι με τις ομάδες των φιλοσόφων και των Σραβάκας, και δεν θα γίνονταν ποτέ ικανοί να επιτύχουν την υπέρτατη φώτιση και να κηρύξουν τη διδαχή της παγκόσμιας απελευθέρωσης. Πράγματι, όταν ο Βούδδας επιθυμεί έτσι, ακόμη και αυτά τα άψυχα αντικείμενα όπως τα βουνά, τα δάση, τα παλάτια κ.λπ. θα αντιλαλήσουν τη φωνή του Βούδδα- πόσο μάλλον οι Μποντισάττβας, που είναι οι πνευματικοί του κληρονόμοι.
Η διδαχή της Αντιστάνα αποκτά τη μεγαλύτερη σημασία, όταν θεωρούμε την ανάπτυξη του Βουδδισμού Μαχαγιανα στη διδαχή της σωτηρίας με μόνη την πίστη. Η δύναμη των αρχικών όρκων ενός Μποντισάττβα μπορεί, επίσης, να υπολογισθεί σαν προερχόμενη από τον Βούδδα. Αν η δυνατότης της φώτισης οφείλεται στην Αντιστάνα ή Πραμπάβα του Βούδδα, όλα τα θαύματα που λαμβάνουν χώραν από την ισχύ της φώτισης, πρέπει να συναχθούν τελικά σαν προερχόμενα από την υπέρτατη πηγή της ίδιας της Βουδδότητας.
Εν πάση περιπτώσει, η ιδέα της Μαχαγιανα ότι ο Βούδδας είναι ικανός να μεταδώσει την ισχύ του σε άλλους, σημειώνει μία από εκείνες τις κοσμοϊστορικές-συγκλονιστικές παρεκκλίσεις οι οποίες χωρίζουν τη Μαχαγιανα από τον αποκαλούμενο αρχέγονο ή αρχικό Βουδδισμό. Όταν ο Βούδδας καταλήγει να θεωρείται ικανός για την Αντιστάνα, το επόμενο βήμα των αφοσιωμένων είναι λογικό να οδηγεί στην ιδέα του υποκατάστατη της οδύνης ή της εξιλέωσης. Το να δίδεις ισχύ σε κάποιον, είναι μία ιδέα θετική, ενώ, το να υποφέρεις για κάποιον, μπορούμε να ειπούμε, ότι είναι μία ιδέα αρνητική. Μολονότι αυτή η τελευταία απουσιάζει περιέργως από τη Λάνκα, η Γκανταβγιούχα όσο και η Πραζναπαραμίτα είναι μάλλον εύγλωττες στην διασαφήνιση της διδαχής του υποκατάστατη της οδύνης. Σύμφωνα με αυτήν τη διδαχή, οποιαδήποτε οδύνη υπομένει κάποιος που υποφέρει, μπορεί να μεταφερθεί σε έναν άλλον, αν αυτός ο τελευταίος επιθυμεί ειλικρινά, πέραν από την ανιδιοτέλεια και την τα πάντα περιλαμβάνουσα αγάπη του για τους άλλους, να επωμισθεί ο ίδιος αυτές τις οδύνες, έτσι ώστε οι πραγματικοί πάσχοντες να μπορέσουν όχι μόνο να ανακουφισθούν από αυτές, αλλά να διαφύγουν και από τις κακές συνέπειες τους, επιτρέποντας έτσι σε αυτόν να προχωρήσει ευκολότερα και επιτυχέστερα προς την επίτευξη της μακάριας ζωής. Αυτό είναι μάλλον αντίθετο προς την ιδέα της υποκειμενικής υπευθυνότητας. Αλλά ο πραγματικά θρησκευόμενος νους χρειάζεται αυτόν τον υποκατάστατη της οδύνης, για την πνευματική του ζωή.
Το να υποφέρει ή να εξιλεώνεται κανείς υποκαθιστούμένος, παραμένει αρνητικό και δεν μπορεί να ικανοποιήσει ολοκληρωτικά τις πνευματικές μας ανάγκες. Οι τελευταίες αυτές απαιτούν να πραγματοποιείται περισσότερο το καλό (επάνω σε αυτόν τον κόσμο) προκειμένου να απωθηθούν οι κακίες οι οποίες υπάρχουν, διεκδικώντας αυτόν τον κόσμο για δική τους δόξα. Έτσι, οι Μαχαγιανιστές μαζεύουν αποθέματα χάρης όχι μόνον ως υλικό για τη δική τους φώτιση, αλλά και για τη γενική καλλιέργεια της χάρης, η οποία μπορεί να διανεμηθεί εξίσου με τα συντροφικά τους όντα, έμψυχα και άψυχα. Αυτό είναι το αληθινό νόημα της Παριναμάνα, η διανομή, δηλαδή, της χάρης του ενός επάνω στους άλλους για το πνευματικό τους συμφέρον.
Όπως αναφέρω σε κάποιο άλλο σημείο, αυτή η έννοια της Παριναμάνα δεν είναι ανιχνεύσιμη στη Λάνκα, πράγμα που είναι περίεργο. Η Λάνκα, όπως υποθέτουμε, δεν μπορεί να έχει συνταχθεί προγενέστερα από την Πραζναπαραμίτα, ούτε από την Γκανταβγιούχα ή Αβαταμσάκα αν είναι έτσι, γιατί αυτή η απουσία; Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτό;
Βούδδας ο Φωτισμένος και
Σαρβασάττβα ο Αγνοών
Για να τελειώσουμε αυτόν τον τομέα, ο Βουδδισμός είναι η ιστορία των σχέσεων ανάμεσα σε δύο κατηγορίες όντων η μία κατηγορία ονομάζεται Βούδδας, οι οποίοι είναι φωτισμένοι, Ταθαγκάτας, Αρχάτς. και η άλλη κατηγορία που περιγράφεται γενικά σαν Σαρβασάττβα και περιλαμβάνει όλα τα (άλλα) όντα —αυτό άλλωστε σημαίνει και κυριολεκτικά— «όλα τα όντα» τα οποία βρίσκονται σε άγνοια, όντας άπληστα για κοσμικά πράγματα, και γι’ αυτόν τον λόγο ζουν και υφίστανται ένα ακατάπαυστο μαρτύριο. Παρά τη δίψα τους για κοσμικές απολαύσεις, έχουν συνείδηση για την κατάσταση τους και δεν είναι καθόλου ικανοποιημένα με αυτήν όταν την αντικατοπτρίζουν, ανακαλύπτουν τον εσωτερικό εαυτό τους μάλλον δυστυχισμένο, λαχταρούν για την πραγματική τους ευτυχία, για την έσχατη πραγματικότητα και για τη μακάρια φώτιση. Ατενίζουν προς τα επάνω, όπου βρίσκεται ο Βούδδας εκστατικός μέσα στον διαλογισμό του, κοιτάζοντάς τα γαλήνια με την υπερβατική του σοφία. Όπως κοιτάζει προς τα κάτω προς τα συντροφικά του όντα, τα ανεξηγήτως βασανιζόμενα με την απληστία, την άγνοια και τον εγωισμό τους, συνταράσσεται, γιατί νιώθει ένα ακατάλυτο αίσθημα αγάπης να κοχλάζει μέσα του — το αίσθημα αυτό τώρα είναι τέλεια εξαγνισμένο από όλους τους ρύπους της ιδιοτέλειας, ένα αίσθημα αγάπης το οποίο αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο με έλεος, αν και δεν προσκολλάται σε αυτόν. Ο Βούδδας εγκαταλείπει την υπερβατική του διαμονή. Εμφανίζεται ανάμεσα στα αισθανόμενα όντα, καθένα από τα οποία τον αναγνωρίζει σύμφωνα με το δικό του φως.
Η υπερβατική σοφία (πράζνα) και μία καρδιά γεμάτη από αγάπη που αγκαλιάζει τα πάντα (μαχακαρούνα) συνιστούν το πραγματικό θεμέλιο της Βουδδότητας, ενώ η επιθυμία ή δίψα για ζωή (τρίσνα), η άγνοια για το πραγματικό νόημα της ζωής (αβίντυα) και οι πράξεις (κάρμα) οι ακολουθούμενες από την τυφλή διεκδίκηση της παρόρμησης για ζωή— αυτοί είναι οι παράγοντες που εισέρχονται μέσα στη φύση του Σαρβασάττβα, όλων των αγνοούντων και των παραστρατημένων. Εκείνος που βρίσκεται επάνω, κοιτάζοντας προς τα κάτω, τείνει τα χέρια του για βοήθεια- ο άλλος, ανίκανος να ξεμπλέξει τον εαυτό του από τα μπλεξίματα, κοιτάζει προς τα επάνω απελπισμένος και βρίσκοντας τα χέρια της βοήθειας, τεντώνει τα δικά του για να τα πιάσει. Και από αυτή τη σκηνή προκύπτουν οι ακολουθούσες ψυχολογικές, λογικές και οντολογικές αφηγήσεις που αναπτύσσονται προς τη Βουδδική ψυχή.
[1] «Σπουδές
στη Λανκαβατάρα Σούτρα»· εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Τζωρτζ Ράτλετζ και
Υιοί», Λονδίνο, 1930, σσ. XXXII + 464.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου